
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει μια φράση που ορισμένοι αποδίδουν στον Λένιν, σύμφωνα με την οποία «υπάρχουν δεκαετίες στις οποίες τίποτα δεν συμβαίνει και υπάρχουν εβδομάδες στις οποίες συμβαίνουν δεκαετίες». Δεν έχει, βέβαια, μεγάλη σημασία ποιος είναι ο πατέρας ή η μητέρα αυτού του γνωμικού. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι η ουσία αυτών των λεγομένων επιβεβαιώνεται, τούτες εδώ τις μέρες, με τον πιο δραματικό τρόπο.
Θα ήταν, επομένως, τουλάχιστον υποκριτικό από την πλευρά μου, ως εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας,
να αγνοήσω το διεθνές πλαίσιο, εντός του οποίου συζητούμε σήμερα τις υπό κύρωση Συμφωνίες.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια νέα εποχή για την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο.
Η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονικής ασφάλειας, που οικοδομήθηκε μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, αμφισβητείται πια ξεκάθαρα και με εμφατικό τρόπο.
Αυτές τις ημέρες διαμορφώνεται ένα νέο Σιδηρούν Παραπέτασμα: Από τη μια πλευρά βρίσκονται εκείνες οι δυνάμεις που ξαναδιαβάζουν και αναθεωρούν την Ιστορία: Επιθυμούν και κυρίως επιχειρούν, με την ισχύ των όπλων, να ξανασχεδιάσουν τον διεθνή γεωπολιτικό χάρτη, όπως αυτός διαμορφώθηκε από τους δύο παγκόσμιους πολέμους και την πτώση του σοβιετικού συνασπισμού, στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Από την άλλη πλευρά βρίσκονται οι χώρες του 21ου αιώνα: Αυτές που αντιλαμβάνονται την αξία του διεθνούς δικαίου, της διπλωματίας, που πρεσβεύουν τις αρχές της αυτοδιάθεσης των εθνών, της φιλελεύθερης
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και της οικονομίας της αγοράς, ως μέσου για την ευημερία των πολιτών.
Σε αυτή τη νέα γεωπολιτική διαχωριστική γραμμή που δημιουργείται, η Ελλάδα δεν πρέπει και δεν είναι ουδέτερη.
Για μια χώρα όπως η Ελλάδα, για την οποία το διεθνές δίκαιο, ο σεβασμός της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, το απαραβίαστο των συνόρων και των διεθνών συνθηκών, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της εξωτερικής της πολιτικής, ίσες αποστάσεις ανάμεσα στον επιτιθέμενο και τον αμυνόμενο, στον θύτη και το θύμα, δε χωρούν.
Οι ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων ημερών συνιστούν μια ακόμη επιβεβαίωση της ορθότητας της στρατηγικής στην εξωτερική πολιτική και την άμυνα που ακολουθεί μεθοδικά και με επιμονή η χώρα μας τα τελευταία δυόμισι χρόνια: Μια εθνική επιλογή που προκύπτει από την ανάγκη η Ευρώπη να αποκτήσει την δική της στρατηγική αυτονομία, στηριζόμενη σε μια ισχυρή αποτρεπτική δύναμη.
Αυτή η επιλογή, που μέχρι πρότινος αποτελούσε προτεραιότητα για ελάχιστες χώρες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σήμερα αποτελεί κοινό τόπο και αδήριτη ανάγκη για όλα τα μέλη της. Οι αλλαγές είναι κοσμογονικές:
Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρηματοδοτήσει την αγορά και την παράδοση αμυντικού υλικού. Χώρες με σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, όπως η Γερμανία, αυξάνουν τον αμυντικό προϋπολογισμό τους και στέλνουν αμυντικό εξοπλισμό στους αμυνόμενους Ουκρανούς. Χώρες με παραδοσιακή πολιτική ουδετερότητας όπως η Ελβετία, η Σουηδία και η Νορβηγία παίρνουν ξεκάθαρη θέση: Συμμετέχουν στις οικονομικές κυρώσεις και στέλνουν στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, επαναπροσδιορίζοντας τη θέση τους στο γεωστρατηγικό χάρτη.
Μόνο μια μειοψηφία δείχνει ή κάνει πως δεν καταλαβαίνει τι διακυβεύεται αυτές τις ημέρες στην Ευρώπη. Μια μειοψηφία που πατάει σε δύο βάρκες, που καταδικάζει την εισβολή αλλά δεν θέλει κυρώσεις, που εξισώνει επιτιθέμενο και αμυνόμενο, που επιθυμεί την ειρήνη αλλά δεν αναφέρει ποιος την υπονομεύει
και που με κεκτημένη ταχύτητα που φτάνει εκείνη ενός νευρολογικού αντανακλαστικού, δείχνει ως υπαίτιο αυτής της κρίσης τη Δύση και την Ευρώπη.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπό το φως αυτών των εξελίξεων, οι συμφωνίες που συζητούμε σήμερα,
αποκτούν νέα προστιθέμενη αξία. Η συμφωνία με την Κύπρο για την αμοιβαία προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών, η συμφωνία με την Ιταλία για τη συνεργασία μεταξύ της Σχολής Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας και του Στρατιωτικού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών της Ιταλίας, στον τομέα της Ακαδημαϊκής Έρευνας, η Συμφωνία με το Ισραήλ στους τομείς της Ωκεανογραφίας και της Υδρογραφίας,
δεν επιβεβαιώνουν απλώς τις άριστες σχέσεις της χώρας μας με αυτούς τους εταίρους.
Ενισχύουν περαιτέρω την αποτρεπτική δύναμη της χώρας, μέσω της απόκτησης τεχνογνωσίας και εμπειρίας του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, συμβάλλουν τα μάλλα στην εφαρμογή της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης και του ευρωατλαντικού συνασπισμού και στέλνουν το κατάλληλο αποτρεπτικό μήνυμα προς κάθε δύναμη που επιθυμεί να κινείται στη ευρύτερη περιοχή με όρους και εργαλεία του 19ου και 20ου αιώνα.
Comments